The White Lotus: Ένας σατιρικός καθρέφτης που αντικατοπτρίζει τις σκοτεινές πλευρές της κοινωνίας

 

Το «The White Lotus» είναι μια αμερικανική σκοτεινή κωμωδία-δράμα η οποία δημιουργήθηκε από τον Mike White, με το σενάριο και τη σκηνοθεσία να αναλαμβάνει αποκλειστικά ο ίδιος. Πρόκειται για μια σειρά ανθολογίας που έκανε πρεμιέρα στην HBO τον Ιούλιο του 2021 με έξι επεισόδια και απέκτησε αμέσως αποδοχή από κριτικούς, σημειώνοντας ταυτόχρονα υψηλά ποσοστά τηλεθέασης. Λόγω αυτής της επιτυχίας, η σειρά ανανεώθηκε για δεύτερη σεζόν και προβλήθηκε τον Οκτώβριο του 2022 με επτά επεισόδια στο σύνολό της. Το «The White Lotus» θα επιστρέψει για την τρίτη σεζόν λογικά μέσα στο 2024, αλλά αυτό θα καθοριστεί από τις εξελίξεις της απεργίας του Σωματείου Αμερικανών Ηθοποιών (βλ. SAG-AFTRA Strike).

Η σειρά έχει λάβει διθυραμβικές κριτικές. Συμπεριλήφθηκε στη λίστα του Αμερικανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου με τα δέκα καλύτερα προγράμματα του 2021 και του 2022 και έλαβε διάφορες διακρίσεις, συμπεριλαμβανομένων πολλών υποψηφιοτήτων και βραβείων για Emmys και Golden Globes. 

«The White Lotus» season 1 (2021)

Η πρώτη σεζόν του «The White Lotus» ακολουθεί, στη διάρκεια μιας εβδομάδας, τρία διαφορετικά γκρουπ από προνομιούχους επισκέπτες και την αλληλεπίδραση μεταξύ τους, αλλά και με το ιδιόρρυθμο προσωπικό του ξενοδοχείου The White Lotus στη Χαβάη.

Τι περιμένει ο κόσμος από τις διακοπές του; Ξεκούραση; Σίγουρα. Διασκέδαση; Βεβαίως. Οι επισκέπτες, όμως, του συγκεκριμένου ξενοδοχείου φαίνεται πως περιμένουν και θαύματα! Θέλουν μια εβδομάδα μέσα στο χρόνο για να διορθώσουν με κάποιο μαγικό τρόπο τις υπόλοιπες 51 εβδομάδες. Μέσα σε έναν επίγειο παράδεισο, κάνοντας ηλιοθεραπεία και προσπαθώντας να απολαύσουν τις καλύτερες δυνατές διακοπές, ανεξάρτητα από το κόστος, οι παραθεριστές του πρώτου κεφαλαίου του «The White Lotus», αναζητούν τη δική τους εκδοχή για την ευτυχία. Ωστόσο, οι προσδοκίες τους δεν είναι ρεαλιστικές και η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σκοτεινή απ’ ό,τι θα περίμεναν. Πρώτα, όμως, ας γνωρίσουμε τους βασικούς χαρακτήρες.

Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο μαέστρο της πρώτης σεζόν είναι ο διευθυντής του θερέτρου, Armond (Murray Bartlett), ο οποίος αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση manager. Μέσα από τον εκλεπτυσμένο και σχολαστικό Armond, μπορούμε με ακρίβεια να αντιληφθούμε τι πραγματικά συμβαίνει σε μια τέτοια δουλειά. Πρόκειται για μια θέση υψηλής πίεσης, ειδικά για έναν υπό ανάρρωση εξαρτημένο, όπως είναι ο Armond. Κάθε χαιρετισμός του προς έναν καλεσμένο περιλαμβάνει μια σειρά από μικρο-αξιολογήσεις όπως: ποιος χρειάζεται διαβεβαιώσεις και ποιος χρειάζεται ένα ποτό. Ο Armond εκτελεί κάθε μια από τις υποχρεώσεις του φορώντας μια μάσκα που τον καθιστά αμέσως ως έναν ατάραχο επαγγελματία, μέχρι τη στιγμή που θα ξεχειλίσει το ποτήρι του.

Σημαντικό ρόλο στην ιστορία παίζει η ευκατάστατη οικογένεια των Mossbacher με επικεφαλής τη φιλόδοξη CFO Nicole (Connie Britton) και τον νευρωτικό, λιγότερο επιτυχημένο σύζυγό της, Mark (Steve Zahn). Το ζευγάρι συνοδεύουν στο ξενοδοχείο ο 16χρονος γιος τους, Quinn (Fred Hechinger), ο οποίος είναι θαμμένος μέσα στις πολλές μικρές του οθόνες και αποκομμένος από την πραγματικότητα και η δευτεροετής σαρδόνια κόρη τους, Olivia (Sydney Sweeney) μαζί με την κολλητή της, Paula (Brittany O'Grady), η οποία δεσμεύεται από τον άγραφο κανόνα ότι δεν πρέπει ποτέ να έχει κάτι που δεν έχει η Olivia.

Στο ξενοδοχείο βρίσκονται, επίσης, οι νεόνυμφοι Shane (Jake Lacy) και Rachel Patton (Alexandra Daddario), οι οποίοι βρίσκονται στον μήνα του μέλιτός τους, που πλήρωσε η πλούσια οικογένεια του Shane. Όντας πρόσφατα παντρεμένοι, θα αναμέναμε πως το ζευγάρι θα ήταν συνεχώς μέσα στα μέλια, αλλά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, καθώς η Rachel αρχίζει να προβληματίζεται για τη θέση της στον γάμο της και ο Shane αποκτά εμμονή με την υποψία ότι ο Armond τους έχει βάλει σε μια premium σουίτα που είναι ελαφρώς λιγότερο premium από αυτή που τους έκλεισε η μητέρα του.

Τελευταία, και σίγουρα όχι καταϊδρωμένη, έχουμε την αγαπημένη του κοινού Tanya McQuoid (Jennifer Coolidge), μια πλούσια ανύπαντρη γυναίκα που καταφθάνει με μια απελπιστική ανάγκη για μασάζ και με μια φανερά χαοτική ενέργεια. Ο βασικός σκοπός των διακοπών της είναι να βρει ένα μέρος για να σκορπίσει τις στάχτες της μητέρας της. Η Tanya συνδέεται αμέσως με την Belinda (Natasha Rothwell), τη συμπονετική μασέρ του ξενοδοχείου, την οποία βλέπει ως προσωπική life coach και της προτείνει να την βοηθήσει οικονομικά ώστε να ανοίξει τη δική της επιχείρηση.

Οι χαρακτήρες της πρώτης σεζόν δεν πρόκειται να περάσουν μια τέλεια εβδομάδα. Μαθαίνουμε από την αρχή κιόλας του πρώτου επεισοδίου ότι κάποιος θα πεθάνει. Πρόκειται για ένα μυστήριο που δίνει μια απαλή ώθηση στην πλοκή, με την αληθινή κινητήρια δύναμη της σειράς να είναι το χρήμα. (Ακόμα και το φως του ήλιου μοιάζει ακριβό στο «The White Lotus»). Είναι ολοφάνερο πως τα χρήματα καθορίζουν τις σχέσεις των χαρακτήρων, όχι μόνο μεταξύ των καλεσμένων και του προσωπικού αλλά και μεταξύ των καλεσμένων.

Η φυλή διαδραματίζει, επίσης, αξιοσημείωτο ρόλο στην πλοκή, παρά το γεγονός ότι δεν γίνεται συχνή και ξεκάθαρη αναφορά σε αυτή. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι η Belinda είναι μαύρη και η Tanya είναι λευκή είναι καθοριστικό για τον τρόπο αλληλεπίδρασής τους σε κάθε επίπεδο αλλά και για το πώς τελικά βλέπουν η μία την άλλη. Ακόμη, η Paula, όντας η μοναδική έγχρωμη καλεσμένη που συναντάμε, και η μόνη από τους Mossbacher που ενδιαφέρεται για το προσωπικό, αντιτίθεται στον τρόπο με τον οποίο το θέρετρο εκμεταλλεύεται την κουλτούρα της Χαβάης για ψυχαγωγικούς και κατ’ επέκταση οικονομικούς σκοπούς. 

Το «The White Lotus» σχολιάζει τον τρόπο που οι πλούσιοι λευκοί Αμερικανοί συνεχίζουν να εκμεταλλεύονται τους αυτόχθονες προς όφελός τους. Στον πραγματικό κόσμο μπορεί να παρουσιάζονται ως φιλάνθρωποι και ακτιβιστές, αλλά όταν κάνουν διακοπές, είναι απλώς πλούσιοι λευκοί Αμερικανοί, που συζητούν για τη φτώχεια και την πολιτική πίνοντας σαρντονέ.

Πρόκειται για μια ιστορία που θίγει το ερώτημα του ποιος πρέπει να νοιάζεται για το πώς νιώθουν οι άλλοι άνθρωποι και ποιος όχι, αλλά και για το πόσο συχνά αυτή η διάκριση καταλήγει στα χρήματα. Αυτό είναι το σκηνικό της πρώτης σεζόν του σαγηνευτικού «The White Lotus», γεμάτο από εξωτικούς και συνάμα ανατριχιαστικούς ήχους, με μια φανερή επικράτηση της κίτρινης χρωματικής παλέτας, αξιομνημόνευτους χαρακτήρες και σατιρικές προθέσεις που σταδιακά μετατρέπεται σε έναν πολυμέτωπο πόλεμο στον Ειρηνικό.

«The White Lotus» season 2 (2022) 

Ενώ η σειρά προοριζόταν να έχει περιορισμένο αριθμό επεισοδίων, έγινε πολύ γρήγορα σειρά-φαινόμενο και η HBO απαίτησε τη συνέχειά της. Ένα χρόνο αργότερα, λοιπόν, ο Mike White επέστρεψε με μια ακόμη προσεκτικά επιμελημένη παρτίδα υπερπρονομιούχων καλεσμένων. Αυτή τη φορά, επισκέπτονται ξενοδοχείο The White Lotus στη Σικελία, όπου βρίσκονται υπό τη φροντίδα του προσωπικού του, αλλά και όχι μόνο.

Στη δεύτερη σεζόν και με φόντο την Μεσόγειο, μερικά καινούργια πρόσωπα πλουσίων φέρνουν τα προβλήματά τους στη φόρα. Με ένα νέο καστ χαρακτήρων, η αιχμηρή σάτιρα του White κατευθύνεται σε έναν διαφορετικό παράδεισο με τις συμπάθειες και τις αντιπάθειες των θεατών να μην μένουν ποτέ σταθερές. Έτσι, ενώ οι χαρακτήρες βρίσκονται εκεί για να χαλαρώσουν, εμείς δεν χαλαρώνουμε ποτέ παρακολουθώντας τους. Καθώς βρισκόμαστε στα πρώτα λεπτά της πρεμιέρας του νέου κύκλου, αντιλαμβανόμαστε πως αυτή τη φορά ο νεκρός δεν είναι ένας, αλλά περισσότεροι, και πως η αλήθεια δεν θα μας φανερωθεί μέχρι το τέλος.

Το καστ των χαρακτήρων αυτής της σεζόν είναι πιο πλούσιο σε σχέση με την προηγούμενη, και όχι μόνο υπό την έννοια των χρημάτων. Περιμένοντας τους καλεσμένους στη στεριά, η αυστηρή και ξινή manager Valentina (Sabrina Impacciatore) υποδέχεται μαζί με το προσωπικό του ξενοδοχείου την τριπλέτα των Di Grasso. Πρόκειται για τρεις γενιές ανδρών που αποφάσισαν να εξερευνήσουν τις ρίζες τους στη Σικελία· τον μεγάλο χολιγουντιανό παραγωγό Dominic (Michael Imperioli) μαζί με τον ηλικιωμένο πατέρα του, Bert (F. Murray Abraham) και τον νεαρό γιο του Albie (Adam DiMarco). Στην εβδομάδα που διανύουν, ο παππούς Bert περνάει τον χρόνο του φλερτάροντας σε υπερβολικό βαθμό με κάθε νεαρή γυναίκα που βρίσκεται στο οπτικό του πεδίο. Ο Dominic, από την άλλη, βρίσκεται σε σύγχυση, γνωρίζοντας ότι η γυναίκα του ξέρει για τις απιστίες του, και ταυτόχρονα προσπαθεί να μετριάσει τον εθισμό του στο σεξ, πράγμα που βρίσκει δύσκολο σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Τέλος, ο Albie, ο οποίος βλέπει τον εαυτό του ως έναν ευαίσθητο φεμινιστή άντρα, ενημερώνει όποιον γνωρίζει ότι αποφοίτησε από το Stanford και ορκίζεται να τα πάει καλύτερα με το γυναικείο φύλο, αφού όπως αναφέρει χαρακτηριστικά «Αρνούμαι να έχω κακή σχέση με γυναίκες». 

Στη συνέχεια, γνωρίζουμε τους Cameron (Theo James) και Daphne Sullivan (Meghann Fahy), ένα παντρεμένο ζευγάρι που συνοδεύεται στις διακοπές του από ένα άλλο παντρεμένο ζευγάρι, τους Ethan (Will Sharpe) και Harper Spiller (Aubrey Plaza). Πρόκειται για ένα κουαρτέτο που θα σε κάνει να νιώσεις άβολα, αλλά ταυτόχρονα δεν θα θες να σταματήσεις να το βλέπεις στην οθόνη σου. Ο Cameron είναι ένας αλαζόνας διαχειριστής επενδύσεων και η Daphne είναι μια φαινομενικά γλυκιά, αλλά χειριστική σύζυγος που μένει στο σπίτι φροντίζοντας τα παιδιά τους. Ο Cameron έχει φέρει στις διακοπές του το παλιό του φιλαράκι από το κολέγιο, και πρόσφατα πλούσιο επιχειρηματία, Ethan, και την τσιτωμένη σύζυγό του, Harper, μια δικηγόρο που αγωνίζεται ενάντια στην κακομεταχείριση που δέχονται εργαζόμενοι από εταιρείες. Οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους, καθώς αλλάζουν οι δυναμικές της τάξης, της νοημοσύνης, της οικονομικής επιρροής, αλλά και της επιθυμίας, προσφέρουν μερικές υπέροχες σκηνές, τόσο πολύπλοκα γραμμένες και παιγμένες όσο και οδυνηρές. Από το πρώτο κιόλας δείπνο τους μαζί, στο οποίο οι Spiller μαθαίνουν ότι οι συνταξιδιώτες τους δεν παρακολουθούν τα νέα και ότι η Daphne δεν ξέρει αν ψήφισε ή όχι, μπορούμε να αντιληφθούμε την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στα δύο ζευγάρια.

Φτάνοντας με το ίδιο σκάφος, αμέσως αναγνωρίζουμε μια γνωστή φυσιογνωμία, είναι η Tanya McQuoid (Jennifer Coolidge) που γνωρίσαμε στην πρώτη σεζόν μαζί με τον πλέον σύζυγό της Greg Hunt (Jon Gries) και την νεαρή βοηθό της Portia (Haley Lu Richardson). Ενώ φαίνεται πως το ρομάντζο της με τον Greg έχει ξεθυμάνει για τα καλά, με τον μυστηριώδη Greg να καταλήγει να την αφήνει μόνη της στις διακοπές λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, η Tanya ψάχνει συναισθηματικό καταφύγιο στην σαστισμένη Portia, η οποία βρίσκεται παγιδευμένη ανάμεσα σε αυτά που όντως την ελκύουν και σε αυτά που νομίζει ότι θα έπρεπε να την ελκύουν. Μεγάλο μέρος της ιστορίας της Tanya σε αυτή τη σεζόν είναι ότι «υιοθετήθηκε» από μια περιπλανώμενη μπάντα ομοφυλόφιλων ανδρών με επικεφαλής τον Quentin (Tom Hollander). Το δίδυμο Tanya-Portia πλέον συντροφεύεται από αυτούς τους εύπορους και υπερβολικά γενναιόδωρους άνδρες, με την Tanya να βρίσκεται κάθε μέρα σε όπερες, βίλες και γιοτ, απολαμβάνοντας μια αληθινή dolce vita, και με την Portia να ζει σαν πρωταγωνίστρια σε ρομαντική κομεντί που γυρίζει όλο το Παλέρμο, με συμπρωταγωνιστή της τον ελκυστικό ανιψιό του Quentin, Jack (Leo Woodall).

Το καστ ολοκληρώνουν δύο νεαρές ντόπιες, η η Lucia (Simona Tabasco) και η Mia (Beatrice Grannò), οι οποίες εμπλέκονται σεξουαλικά και μη με το προσωπικό, αλλά και τους καλεσμένους μας. Ο White γνωρίζει ότι το σεξ, όπως και το χρήμα, αποτελεί μια μορφή εξουσίας και ότι το ένα είναι στενά συνδεδεμένο με το άλλο. Κανένας χαρακτήρας δεν το ξέρει καλύτερα από τη τη Lucia, που εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι είναι γυναίκα και μπορεί να χρησιμοποιεί το σεξ ώστε να παίρνει αυτά που θέλει από τους άνδρες, και τη Mia, μια επίδοξη τραγουδίστρια που χρησιμοποιεί το σεξ για να αποκτήσει τη θέση της τραγουδοποιού του ξενοδοχείου. Τα κορίτσια ξεγλιστρούν τόσο άνετα ανάμεσα στους καλεσμένους, αναδεικνύοντας την συζυγική υποκρισία και εκθέτοντας τη συναλλακτική φύση όλων των σχέσεων, όχι μόνο της δικής τους.


Η ηθική ματιά της σειράς μετατοπίζεται από τα φυλετικά προνόμια στη σεξουαλική πολιτική. Η θεματική του δεύτερου κεφαλαίου θα λέγαμε πως αφορά την επιθυμία, το πάθος, τη λαγνεία. Μάλιστα, οι περισσότερες διαμάχες που πυροδοτούνται, προκύπτουν λόγω της ενασχόλησης των χαρακτήρων με το σεξ. Για παράδειγμα, υπάρχει μια συνεχής αίσθηση ότι θα μπορούσε να ξεσπάσει κάποια σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ οποιουδήποτε συνδυασμού των τεσσάρων ατόμων που αποτελούν το γκρουπ των Spiller και Sullivan σχεδόν ανά πάσα στιγμή, παρά το γεγονός ότι φαίνεται να μην απολαμβάνουν ιδιαίτερα ο ένας την παρέα του άλλου. Όταν αρχίζουν αυτές οι εκρήξεις, δίνουν στη σεζόν μερικές από τις πιο συναρπαστικές στιγμές της.

Γενικότερα, επικρατεί ένα ορμονικό χάος, με τους χαρακτήρες να χάνουν εύκολα τις αναστολές τους. Φίλοι, νέοι γνωστοί, παντρεμένα ζευγάρια, ακόμη και οικογένειες, κανείς δεν γλιτώνει από τις εκρηκτικές συνέπειες αυτής της ακόρεστης δύναμης. Το αποτέλεσμα, φυσικά, είναι ότι η δεύτερη σεζόν είναι πολύ πιο σκοτεινή και προσωπική, με τις σαρκικές επιθυμίες να μην έχουν πάντα αίσιο τέλος. 

Φυσικά, τα χρήματα εξακολουθούν να παίζουν σημαντικό ρόλο στη σειρά. Αυτή τη φορά, όχι μόνο το περιβάλλον είναι πλουσιότερο, καθώς οι χαρακτήρες κάνουν ταξίδια σε palazzos και πάρτι με γιοτ, αλλά είναι και οι ίδιοι πιο πλούσιοι, αφού δεν δυσκολεύονται να ξοδέψουν μερικές χιλιάδες για μια βραδιά με τις μυστηριώδεις Ιταλιάνες που γυρίζουν στο ξενοδοχείο. Γενικότερα, επικρατεί μια επιχρυσωμένη υπερβολή που αντιστέκεται στην οικονομική και σεξουαλική αυτοσυγκράτηση των καλεσμένων. 

Κλείνοντας, το «The White Lotus» αφορά κυρίως την ανικανότητα των ανθρώπων να αλλάξουν, ειδικά όταν είναι τόσο πλούσιοι και εκτός πραγματικότητας που δεν έχουν λόγο να κάνουν κάτι τέτοιο. Η συγκεκριμένη σειρά βάζει τον θεατή να παρακολουθεί πλούσιους εγωιστές να χαλάνε τις ζωές των ανθρώπων γύρω τους, ενώ οι ίδιοι δεν βλάπτονται από τη ζημία που προκαλούν. Ο White και η δημιουργική του ομάδα μπόρεσαν με μεγάλη επιτυχία να αντιπαραβάλλουν το όμορφο περιβάλλον της Χαβάης και της Σικελίας, με την άσχημη συμπεριφορά των ανθρώπων που έχουν την οικονομική δυνατότητα να επισκεφτούν αυτούς τους προορισμούς.

Δεν πρόκειται για μια τελείως κυνική σειρά, καθώς οι χαρακτήρες της έχουν συναισθήματα, αμφιβολίες και φόβους που δεν υποτάσσονται πλήρως στα αγοραία και υλιστικά ένστικτά τους. Θεωρώ, ωστόσο, πως ο πυρήνας της αφορά το γεγονός ότι καμία σχέση δεν είναι ανεξάρτητη από τον συναλλαγματικό χαρακτήρα και ότι η εξουσία παίζει πάντα ρόλο στον τρόπο που οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον. Ο θάνατος είναι σημαντικός στον κόσμο του «The White Lotus», όχι επειδή κάθε σεζόν έχει διαμορφωθεί ως μυστήριο φόνου, αλλά επειδή ο θάνατος είναι η μοναδική κατάσταση στην οποία οι άνθρωποι δεν μπορούν να αγωνιστούν για περισσότερα: περισσότερα χρήματα, περισσότερο σεξ, περισσότερη δύναμη. Ο White μας λέει ξεκάθαρα ότι όσο είμαστε ακόμη ζωντανοί, πρέπει να συνεχίσουμε να παλεύουμε για να έχουμε το πάνω χέρι, αλλιώς θα πεθάνουμε προσπαθώντας.

0 comments