Φώτιση ή ψευδαίσθηση; Το πνευματικό ταξίδι της τρίτης σεζόν του The White Lotus
Σχεδόν δυόμισι χρόνια μετά το εκπληκτικό φινάλε του δεύτερου κύκλου του, το The White Lotus επέστρεψε με την πολυαναμενόμενη τρίτη του σεζόν και εννοείται πως θα έγραφα γι’ αυτή τώρα που ολοκληρώθηκε. Το άρθρο ενδέχεται να περιλαμβάνει spoiler για όλη τη σειρά, οπότε θα πρότεινα όπως και να’ χει να κάνετε binge watching τις πρώτες δύο σεζόν (και να διαβάσετε το αρθράκι μου για αυτές στο Ραπόρτο) και έπειτα να δείτε την τρίτη!
Η Ταϊλάνδη, με τους χρυσαφένιους ναούς και τα τιρκουάζ νερά, γίνεται το σκηνικό για την πιο υπαρξιακή και σκοτεινή σεζόν του The White Lotus. Ο σατιρικός Mike White στρέφει αυτή τη φορά το βλέμμα του πιο βαθιά, κοιτώντας κατάματα τις σκοτεινές πτυχές του δυτικού πνευματικού τουρισμού, της θεατρικής "θεραπείας" και της απελπισίας να νιώσεις κάτι πραγματικό σε έναν κόσμο γεμάτο από ψευδαισθήσεις.
Η τρίτη σεζόν είναι σίγουρα πιο υπαρξιακή και στοχαστική από τις δύο προηγούμενες, μειώνει την πλοκή και εστιάζει περισσότερο στην ατμόσφαιρα και τον τόνο. Είναι γεμάτη από ερωτήματα που αφορούν τον καπιταλισμό και την προσωπική αναζήτηση. Αν η αυτογνωσία είναι εφικτή μέσα σε ένα σύστημα που προάγει την κατανάλωση και το κέρδος, τότε μπορείς πραγματικά να θεραπευτείς όταν πληρώνεις 5.000 δολάρια τη βραδιά για την ψευδαίσθηση της γαλήνης;
Οι χαρακτήρες αναζητούν μια μεταμόρφωση, ωστόσο, αυτό που τελικά βρίσκουν είναι σιωπή, αμηχανία και μια εκδοχή του εαυτού τους που δεν θέλουν να αντικρίσουν. Οι ήρωες δεν ταξιδεύουν για να βρουν τον εαυτό τους — ταξιδεύουν για να τον αποφύγουν. Μέσα από retreats ευεξίας και yoga στην ανατολή του ήλιου, αυτό που αναδύεται δεν είναι φώτιση, αλλά μια ψυχολογική απογύμνωση.
Το story σε κάθε κύκλο είναι σταθερό. Ουσιαστικά παρακολουθούμε πώς οι πλούσιοι παραθεριστές που επισκέπτονται το resort του White Lotus της Ταϊλάνδης περνούν μια βδομάδα προσωπικής ανακάλυψης και αναπόφευκτης καταστροφής. Κάθε χαρακτήρας αξιοποιεί τον χρόνο και την ενέργειά του διαφορετικά, το μόνο σίγουρο είναι όμως ότι όλοι θα επηρεαστούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Όπως κάθε σεζόν της σειράς, έτσι κι αυτή ξεκινά με έναν μυστηριώδη θάνατο και έπειτα επιστρέφει χρονικά για να αποκαλύψει πώς οι φαινομενικά ήρεμες διακοπές ξεφεύγουν από κάθε έλεγχο.
Η οικογένεια Ratliff αποτελεί μια σύνθετη και σκοτεινή αντανάκλαση της σύγχρονης αμερικανικής οικογένειας, όπου το να είσαι κοινωνικά επιφανής κρύβει βαθιές ρωγμές. Ο πατέρας, Timothy Ratliff (Jason Isaacs), είναι ένας φαινομενικά επιτυχημένος χρηματοοικονομικός σύμβουλος που αντιμετωπίζει νομικά προβλήματα και μια μεγάλη προσωπική ανασφάλεια. Η σύζυγός του, Victoria (Parker Posey), πασχίζει να διατηρήσει την εικόνα της τέλειας οικογένειας, ενώ η εξάρτησή της από τη Λοραζεπάμη δεν κρύβεται. Ο Saxon (Patrick Schwarzenegger), ο μεγαλύτερος γιος, είναι αλαζονικός και βαθιά τοξικός, ενσαρκώνοντας μια παραμορφωμένη εικόνα αρρενωπότητας. Η Piper (Sarah Catherine Hook), φοιτήτρια θρησκευτικών σπουδών, αποστασιοποιείται από τις οικογενειακές αξίες και αναζητά πνευματική αυθεντικότητα. Ο μικρότερος γιος, Lochlan (Sam Nivola), ευάλωτος και εσωστρεφής, παγιδεύεται στη σύγκρουση ανάμεσα στις πιέσεις της οικογένειας και την ανάγκη για προσωπική ταυτότητα. Η δυναμική της οικογένειας αποτυπώνεται με διεισδυτικό τρόπο, αποκαλύπτοντας πώς οι προσδοκίες και η καταπιεσμένη αλήθεια διαμορφώνουν σχέσεις γεμάτες ένταση, απογοήτευση και ανάγκη για λύτρωση.
Ο Rick (Walton Goggins), ένας Αμερικανός μεσήλικας που είναι αποφασισμένος να πάρει εκδίκηση, και η Chelsea (Aimee Lou Wood), η αρκετά νεότερη Βρετανίδα σύντροφός του, που φαίνεται να έχει επενδύσει περισσότερο στη σχέση τους, καταφθάνουν στην Ταϊλάνδη, ο καθένας έχοντας διαφορετικά πλάνα για τις διακοπές τους. Η ιστορία τους είναι ένας χαρακτηριστικό παράδειγμα για την προσωπική απόδραση, την αλληλεξάρτηση και την αδυναμία να «ξεκινήσει κανείς από την αρχή» χωρίς να επηρεάζεται από τραύματα του παρελθόντος.
Στο ξενοδοχείο παρακολουθούμε, επίσης, τη δυναμική μεταξύ τριών παλιών φίλων—της Jaclyn (Michelle Monaghan) μιας δημοφιλούς ηθοποιού που ανησυχεί για το πώς η ηλικία της επηρεάζει την εικόνα της, της Kate (Leslie Bibb) η οποία πάντα παίζει σε διπλό ταμπλό σε οποιαδήποτε σύγκρουση ανάμεσα στις δύο φίλες της, και της Laurie (Carrie Coon) μιας χωρισμένης δικηγόρου που καταναλώνει το αλκοόλ σαν να είναι νερό. Η σχέση μεταξύ των τριών χαρακτηρίζεται από παθητική-επιθετική συμπεριφορά, ζήλια και ανειλικρίνεια. Στις αλληλεπιδράσεις τους βλέπουμε τον τρόπο με τον οποίο κάποιες γυναίκες διαχειρίζονται την εξουσία και την αυτοεκτίμηση τους σε έναν κόσμο που επικροτεί τη γυναικεία νεότητα και τελειότητα. Η σειρά καταφέρνει να παρουσιάσει με ρεαλισμό πώς οι γυναικείες φιλίες μπορούν να επιβαρύνονται από χρόνια ανείπωτων συναισθημάτων και ανταγωνισμών.
Σημαντικό ρόλο, όπως σε κάθε σεζόν, διαδραματίζει και το προσωπικό του White Lotus. Δυνατή είναι η επιστροφή της αδικημένης Belinda (Natasha Rothwell) που γνωρίσαμε στην πρώτη σεζόν ως spa manager στο ξενοδοχείο της Χαβάης και τώρα επισκέπτεται την Ταϊλάνδη για να εμπλουτίσει τις γνώσεις της πάνω στο αντικείμενό της. Ιδιοκτήτρια του ξενοδοχείου είναι η Sritala Hollinger (Patravadi Mejudhon), μια παλιά γνωστή ηθοποιός-τραγουδίστρια της Ταϊλάνδης, τον ρόλο του manager έχει αναλάβει ο αψυχολόγητος Fabian (Christian Friedel) και τον ρόλο του health mentor της παρέας των τριών γυναικών έχει αναλάβει ο γοητευτικός Valentin (Arnas Fedaravičius). Ένας από τους φύλακες του ξενοδοχείου είναι ο Gaitok (Tayme Thapthimthong), ένας αθώος σεκιούριτι που βγάζει καρδούλες από τα μάτια κάθε φορά που συναντά την αξιολάτρευτη Mook (Lalisa Manobal) και ξεχνάει ποια είναι η δουλειά του.
Την τιμητική του και σε αυτόν τον κύκλο της σειράς έχει ο πλέον Gary (ο γνωστός Greg), που υποδύεται ο Jon Gries, ο οποίος βρίσκεται μόνιμα στην Ταϊλάνδη (spoiler alert: το έβαλε στα πόδια αμέσως μετά τη δολοφονία της αγαπημένης του κοινού Tanya), με την καινούργια σύντροφό του Cloe (Charlotte Le Bon), που είναι μοντέλο και κατά πολύ νεότερή του. Κάπου εδώ θα ήθελα να αφιερώσω δύο σειρές για να κάνω ένα μικρό shout-out στην guest εμφάνιση του υπέροχου Sam Rockwell, ο οποίος υποδύεται τον Frank, ένα παλιό φιλαράκι του Rick, που πλέον είναι Βουδιστής και δίνει έναν εξωπραγματικό μονόλογο στο πέμπτο επεισόδιο της σεζόν — δείτε το και θα με θυμηθείτε! Γενικά, όσο προχωράνε οι σεζόν του The White Lotus, το καστ των ηθοποιών γίνεται ακόμα πιο πλούσιο τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα!
Δυνατά σημεία της σεζόν αποτελούν οι κοφτερές αλλά και ευάλωτες ερμηνείες από ένα σίγουρα ξεχωριστό καστ, ο οπτικός και ακουστικός της πλούτος καθώς και οι ανατριχιαστικοί και αξέχαστοι διάλογοι που αποτυπώνονται στο μυαλό σαν mantras. Βέβαια, όσον αφορά την αφήγηση, σε κάποια σημεία χάνει τη φλόγα της, και ορισμένα στοιχεία της πλοκής αφήνονται να αιωρούνται — όχι από αμέλεια, αλλά από φιλοσοφική πρόθεση του White. Η εσκεμμένη ασάφεια ίσως απογοητεύσει όσους ζητούν κάθαρση και ο επίλογος αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση για τους φανατικούς της σειράς.
Κάθε επεισόδιο του The White Lotus μοιάζει με ιδρωμένη προσευχή, κάθε καρέ μια καρτ-ποστάλ γεμάτη υπόγεια ένταση και ανείπωτες επιθυμίες. Η τρίτη σεζόν κρατά έναν καθρέφτη μπροστά στους χαρακτήρες αλλά και σε εμάς. Όλοι ποθούν την αλλαγή, αλλά κανείς δεν αντέχει το κόστος της. Γιατί η φώτιση, όπως μας ψιθυρίζει το The White Lotus, δεν προγραμματίζεται ανάμεσα σε ένα μασάζ και ένα δείπνο με θέα τη θάλασσα. Δεν φωτογραφίζεται. Δεν αγοράζεται. Και ίσως, τελικά, να μην έρχεται ποτέ…
0 comments