Τι κι αν ήταν μονάχα μια λέξη; Ή ένα συνώνυμο της μοναξιάς;

 Της Τατιάνας Τσεκούρα,

Το Ζίζοτεκ είναι μια ταινία που ίσως χρειαστεί να δεις παραπάνω από μία φορά, και που (αν κρίνω απ’τον δικό μου ταπεινό κύκλο σινεφίλ φίλων) ή θα λατρέψεις ή θα σε αφήσει παγερά αδιάφορο.

Είχα την τύχη να την παρακολουθήσω την προηγούμενη άνοιξη, στην πρώτη καραντίνα, μετά από έναν ιντερνετικό μαραθώνιο για δωρεάν προβολή της ταινίας. Ελπίζω να την ξαναδώ σύντομα, αλλά αυτή τη φορά σε μεγαλύτερη οθόνη από εκείνη του υπολογιστή μου. Ιδανικά σε κάποιο όμορφο θερινό σινεμά στο κέντρο, να φωτογραφίζω γιασεμιά και να τρώω πατατάκια ρίγανη.

(Μέχρι στιγμής δεν πρόκειται για κριτική ή διαφήμιση, αλλά για μια προσπάθεια να με ακούσουν τα θερινά εκεί έξω).
Πρόκειται λοιπόν, για τη δεύτερη ταινία μεγάλου μήκους του Βαρδή Μαρινάκη, με πρωταγωνιστές τον Δημήτρη Ξανθόπουλο, την Πηνελόπη Τσιλίκα και τον μικρό της παρέας, Αύγουστο Λάμπρου Νεγρεπόντη. Τα γυρίσματα της ταινίας έλαβαν χώρα σε Αθήνα και Ξάνθη, αλλά και σε γύρω περιοχές της Θράκης και της Μακεδονίας.

Το Ζίζοτεκ, δεν ήρθε για να σε αφήσει με το στόμα ανοιχτό ή να σε σοκάρει, αλλά για να σε ταρακουνήσει ελαφρώς. Να σε πάρει από το χέρι και θα σε βουτήξει σε ένα παραμύθι γεμάτο μοναξιά και αναπάντητα ερωτήματα. Έναν κόσμο όπου το πραγματικό και το φανταστικό ακροβατούν πάνω σε μια κλωστή. 

Η εγκατάλειψη ενός εννιάχρονου αγοριού, ο μοναχικός Μηνάς, οι συμβολισμοί, η φύση, όλα μαζί έχουν πλέξει έναν ιστό που θα σε παγιδέψει, που θα σε κάνει να νιώσεις κάπως άβολα. Λες και δεν έκανες εσύ κάτι σωστά και επηρέασες τη ροή του έργου. 

Για την ακρίβεια, πιστεύω πως θα σε κάνει να νιώσεις κενός. Αυτή είναι η σωστή λέξη. Κενός. Και ακριβώς για αυτό πιστεύω πως η ταινία αξίζει, γιατί αγγίζει κάτι μέσα σου χωρίς να το συνειδητοποιήσεις.

Ίσως λοιπόν ο τίτλος της ταινίας να σημαίνει μοναξιά, ή μελαγχολία. Για εμένα σίγουρα έχει χαραχθεί στο μυαλό μου αγκαλιά με αυτές τις δυο λέξεις. Εσύ θα πρέπει να βγάλεις τα δικά σου συμπεράσματα...και ελπίζω να το κάνεις σύντομα.








0 comments