Λένε πως η δουλειά δεν είναι ντροπή, εκτός αν είσαι…

 Της Χρυσαυγής Σκούμπη,

Στην εποχή της αστυνομικής βίας και της καταπάτησης της εξουσίας, η ιδέα ενός καλού αστυνομικού μοιάζει ουτοπική. Από την εποχή του Serpico, δεν έχουν αλλάξει και πολλά. Τα δεδομένα είναι ίδια, η εκμετάλλευση είναι ίδια και κύριος οδηγός παραμένει το χρήμα. 

Το Serpico (1973) είναι το neo-noir που μας αφηγείται την ζωή του Francesco Vincent Serpico, του αξιωματικού της νεοϋορκέζικης αστυνομίας, ο οποίος έγινε εχθρός της διαφθοράς και όλων των συναδέλφων του που ζούσαν από αυτήν. Μέσα από τα μάτια του Sidney Lumet, ξετυλίγεται μία ιστορία ανθρωπιάς και εντιμότητας, που δεν μπορεί να συλλάβει ο νους. Το σενάριο μοιάζει προϊόν μυθοπλασίας, κάνοντας το απόλυτα ταιριαστό για μια ταινία που θα αφήσει εποχή, αλλά δυσνόητο στο να συμφιλιωθείς με την ιδέα της αληθινής ιστορίας. 

Ένας ρόλος που μοιάζει να γράφτηκε πάνω στο πρόσωπο του Al Pacino και δεν μπορείς παρά να ερωτευτείς την ερμηνεία, τον ήρωα που ζωντανεύει αλλά και τον ίδιο...

Η ταινία σε μπερδεύει και σε γεμίζει απορία και θαυμασμό, ήδη από τα πρώτα λεπτά. Στην καταγγελία πιθανού βιασμού, παρακολουθούμε τον Serpico να προσπερνάει τα λόγια του αδιάφορου συναδέλφου του, πως αυτοί ασχολούνται με διπλοπαρκαρίσματα, και να τρέχει να βοηθήσει. Αργότερα, σε μία σκηνή ανθρωποκυνηγητού με έναν επίδοξο ληστή, παρακολουθούμε, χωρίς καμία έκπληξη, να πυροβολούν τον δράστη από απόσταση επειδή είναι μαύρος, κάτι που εξαγριώνει τον Frank. Σε αυτές τις σκηνές, καταλαβαίνεις πως κάτι δεν πάει καλά με τον Paco. Βλέπεις έναν αστυνομικό να κάνει την δουλειά του και αυτό είναι άβολο. Οι συνάδελφοι του τον αντιπαθούν και αυτός αδιαφορεί για τις «κατηγορίες» τους πως είναι ομοφυλόφιλος, χορεύοντας μπαλέτο στους διαδρόμους του τμήματος. Είναι ένας χασικλής, ρομαντικός, χίπης, με την ιδιότητα και το προσωνύμιο του weirdo cop. 
Και τώρα φτάνουμε στο ζουμί της υπόθεσης. Διαφθορά εντός του τμήματος. Αστυνομία μπλεγμένη με τον υπόκοσμο, κλείνει χρηματικές συμφωνίες και πληρώνεται για να συνεχίσουν κανονικά οι «δουλειές». Όλοι έχουν μερίδιο σε αυτό και έτσι κυλάει μια ήρεμη ζωή σε προάστια της Νέας Υόρκης. Ο Serpico αρνείται να πληρώνεται τις μίζες που του αναλογούν και τα προβλήματα ξεκινούν. Πως να εμπιστευτείς έναν μπάτσο που δεν τα παίρνει; Δεν τον εμπιστεύονται επειδή δεν είναι παράνομος και δηλώνει άμεσα πως αν έβλεπε αστυνομικό να είναι θα τον έβλαπτε. Δεν ακολουθεί το σινάφι του, παραμένοντας δίκαιος, με αποτέλεσμα όλοι να τον κοιτάνε στραβά, να τον φοβούνται, να τον χλευάζουν, να τον απομακρύνουν. Νιώθει πως είναι αυτός ο εγκληματίας. 

Ώσπου κουράζεται, θέλει απλώς να ξεμπερδεύει με όλα αυτά τα αποβράσματα, που νιώθει αηδία μαζί τους. Προσπαθεί να βρει την λύση απευθυνόμενος σε εξωτερικούς και ανωτέρους, μα και εκεί βλέπει πως ό,τι πει, θα ειπωθεί για να προστατευτούν τα μεγάλα κεφάλια. Δεν θέλει να βοηθήσει κανέναν και αδιαφορεί στο αν οι κινήσεις του θα τον χρεώσουν. Και για αυτό πράττει αναλόγως..
"Θέλεις να είσαι ελεύθερος και αδέσμευτος για να παλεύεις για τον σκοπό σου και να αυτοβασανίζεσαι!"

Σε έναν κόσμο που όλοι νοιάζονται για τον εαυτό τους και το χρήμα, ποιος θα δικαιωθεί στο τέλος;

Ο θαρραλέος και έντιμος; Ή ο δειλός και «καλός»;

Fun Fact: Η μουσική της ταινίας είναι γραμμένη από τον Μίκη Θεοδωράκη.





0 comments