Οι ταινίες του Φλεβάρη που μας άφησε και ο Μάρτης των Φεστιβάλ που ξεκινά!

 

Το ημερολόγιο στο κάτω μέρος της οθόνης μου γράφει 2 Μαρτίου του 2023. Ο χειμώνας ξέφυγε μέσα από τα χέρια μας σαν χέλι και η άνοιξη μας υποδέχτηκε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, αφού η χθεσινή μέρα θα μνημονεύεται για πάντα ως μια από τις πιο ντροπιαστικές στην ιστορία της χώρας. Το πολύνεκρο δυστύχημα που έλαβε χώρας χθες στα Τέμπη, συνεχίζει να φανερώνει τα θύματα του με γοργούς ρυθμούς και εμείς άπραγοι αναμένουμε τον τελικό αριθμό των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους με τέτοιο άδικο και εξοργιστικό τρόπο. Την ώρα που η κοινωνία συσπειρώνεται για μια ακόμα φορά, έστω και την ύστατη στιγμή, η πολιτεία και τα ιδιωτικά κεφάλαια συνεχίζουν να σφυρίζουν αδιάφορα, δίνοντας μας να καταλάβουμε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, πως και πάλι κανένας αρμόδιος δεν θα αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν και πως τα "ποτέ ξανά" θα πάνε στον βρόντο.

Στο Ραπόρτο δεν είναι δουλειά μας να καλύπτουμε την κοινωνική και την πολιτική επικαιρότητα, αλλά κάποια πράγματα είναι υπεράνω όλων, οπότε δεν θα μπορούσα να αποφύγω το παραπάνω σύντομο και θέλω να πιστεύω περιεκτικό σχόλιο. Το τριήμερο εθνικό πένθος, άλλαξε τα σχέδια μας, οπότε και σκέφτηκα τι καλύτερο από ένα κείμενο/ editorial που θα λειτουργήσει ως ανασκόπηση του μήνα που αφήσαμε πίσω μας και είχε αρκετές ιδιαίτερες κινηματογραφικές πρεμιέρες, ενώ παράλληλα θα δίνει μια μικρή γεύση από τον Μάρτιο που ήδη διανύουμε και αναμένεται να είναι γεμάτος από κινηματογραφικά Φεστιβάλ.

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου και στις κινηματογραφικές μαρκίζες προσγειώνεται η πιο πρόσφατη σκηνοθετική δουλειά του Σαμ Μέντες με πρωταγωνίστρια την Ολίβια Κόλμαν και τίτλο "Η Αυτοκρατορία του Φωτός". Έχοντας ως φόντο μία παραθαλάσσια πόλη της Αγγλίας στις αρχές των ‘80s,η Hilary, που εργάζεται σε έναν παλιό κινηματογράφο και ταλαιπωρείται με θέματα ψυχικής υγείας, συναντά τον νεαρό Stephen, που έχει μόλις πιάσει δουλειά στο σινεμά. Οι δύο πρωταγωνιστές μοιράζονται την ίδια ανάγκη για ανθρώπινη επαφή και μέσα από την παράξενη και τρυφερή τους σχέση θα βιώσουν τη θεραπευτική δύναμη της μουσικής, του κινηματογράφου και της κοινότητας.

Νοσταλγική και όμορφη ταινία, ιδιότητες που οφείλει σε τεράστιο βαθμό στην αψεγάδιαστη και υποψήφια για Όσκαρ φωτογραφία του Ρότζερ Ντίκινς. Ο Σαμ Μέντες όπως έχει δηλώσει και εμμέσως πλην σαφώς ήθελε να ασχοληθεί μ΄ ένα σαφώς μικρότερο και πιο εύκολα διαχειρίσιμο πρότζεκτ έπειτα από το επικό 1917. Κάπως έτσι προέκυψε ένα φιλμ που δεν είναι αυτοβιογραφικό, αλλά έχει μέσα πολλές προσωπικές αναφορές του δημιουργού του, με αποκορύφωμα τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Κόλμαν που είναι επηρεασμένος από τη μητέρα του.

Η Αυτοκρατορία του Φωτός είναι μια καλή ταινία, που έχει αρετές και ψεγάδια, ισορροπώντας παράλληλα ώρες ώρες ανάμεσα στο ονειρικό και το ρεαλιστικό στοιχείο. Απλά με στενοχωρεί σε προσωπικό επίπεδο πως θα μπορούσε να είναι μια πολύ καλή ταινία που δεν κατάφερε να φτάσει ποτέ το ταβάνι της. Οι σινεφίλ αναφορές της μένουν κυρίως στο μπακγκράουντ με τον πανέμορφο παραμελημένο κινηματογράφο να κλέβει τις εντυπώσεις. Συναισθηματική κορύφωση η σκηνή της πορείας που αυτοαναιρείται σε μερικά δευτερόλεπτα εξαιτίας των αποφάσεων που παίρνει ο Μέντες. Απλή και όμορφη ταινία, που μετά από κάποια στιγμή όμως μπερδεύεται μέσα στην ίδια της την απλότητα και φαίνεται να χάνει τον προσανατολισμό της...

Επόμενη ταινία το Tár του Τοντ Φλιν, που ήρθε στη χώρα με τεράστια καθυστέρηση, αλλά αγκαλιάστηκε σε μεγάλο βαθμό από το ελληνικό κοινό όπως μας φανερώνουν και τα στοιχεία του ελληνικού Box Office. 50125 εισιτήρια (μέχρι στιγμής) για μια ταινία που δεν την λες εύκολη, ενώ έχει μια χρονική διάρκεια που αγγίζει τα 160 λεπτά δεν είναι καθόλου άσχημα. Εδώ, έχουμε να κάνουμε σίγουρα με μια συγκλονιστική επιστροφή του Τοντ Φλιντ ("Little Children", "In the Bedroom") στην καρέκλα του σκηνοθέτη ύστερα από 16 χρόνια. Την ίδια στιγμή η Κέιτ Μπλάνσετ σε μια από τις πιο ολοκληρωμένες ερμηνείες της καριέρας της για την οποία βραβεύτηκε στο φεστιβάλ Βενετίας, παραδίδει μαθήματα υποκριτικής, όντας παράλληλα το φαβορί για το χρυσό αγαλματίδιο, παρόλο που τα πιο πρόσφατα βραβεία, άλλαξαν τελείως το τοπίο και έβαλαν την Μισέλ Γεό για τα καλά στο παιχνίδι.

Η Λύδια Ταρ είναι η πρώτη γυναίκα επικεφαλής μαέστρος της συμφωνικής ορχήστρας του Βερολίνου. Βρίσκεται πλέον στο ζενίθ της καριέρας της, καθώς ετοιμάζει να προωθήσει ένα βιβλίο, αλλά και να διευθύνει την περίφημη 5η Συμφωνία του Μάλερ. Δύο είναι οι γυναίκες στις οποίες βασίζεται για να φέρει το δύσκολο έργο της εις πέρας: η επιμελής προσωπική της βοηθός Φρανσέσκα, και η φιλάσθενη σύζυγος της, η Σάρον, που είναι και το πρώτο βιολί της ορχήστρας. 

Το Tár καταπιάνεται ταυτόχρονα με πολλά και σημαντικά θέματα της επικαιρότητας, χωρίς όμως να λαϊκίζει ούτε για λίγο. Πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο καλλιτεχνικό επίτευγμα, που προσφέρεται για 2η,3η και 4η προβολή/ανάγνωση. Έχοντας μείνει λοιπόν στην πρώτη, επιθυμώ να κρατήσω μικρό καλάθι. Παρόλα αυτά διαφωνώ ακράδαντα με τη λογική πως η επιτυχία της ταινίας οφείλεται στην Μπλάνσετ και πιστεύω, πως ακόμα είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί συνολικά στον βαθμό που της αξίζει.

Βαθύτατα φιλοσοφημένο και υπαρξιακό φιλμ, δεν φαίνεται να παίρνει ποτέ ξεκάθαρη θέση, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί να δικαιολογήσει τις τραγικές πράξεις της πρωταγωνίστριας του. Τελικά το φιλότεχνο κοινό οφείλει να ξεχωρίζει τον καλλιτέχνη από τον άνθρωπο και υπό ποιο ηθικό κόστος;

Την ίδια μέρα προβλήθηκε για πρώτη φορά και το Magic Mike: Ο Τελευταίος του Χορός, η ταινία επίλογος της επιτυχημένης τριλογίας που οφείλει την ύπαρξή της στον Στίβεν Σόντερμπεργκ και τον Τσάνινγκ Τείτουμ. 

Ο “Magic” Μάικ Λέιν ανεβαίνει ξανά στη σκηνή μετά από μια μακρά παύση, ακολουθώντας μια επιχειρηματική συμφωνία που κατέρρευσε και τον αφήνει χρεωκοπημένο να κάνει τον μπάρμαν στη Φλόριντα. Ελπίζοντας σε μια τελευταία καλή ευκαιρία, ο Μάικ ταξιδεύει στο Λονδίνο με μια πλούσια κοσμική που τον δελεάζει με μια προσφορά που δεν μπορεί να αρνηθεί… και τη δική της ατζέντα. Έχοντας ρισκάρει τα πάντα, μόλις ο Μάικ ανακαλύψει τι έχει πραγματικά στο μυαλό της, θα μπορέσει να καταφέρει αυτός –και η ομάδα των καυτών νέων χορευτών που πρέπει να φέρει σε φόρμα – να τα καταφέρει;

Χωρίς να νοιάζεται για το έντονο ταξικό σχόλιο της πρώτης ταινίας του 2012, αλλά παράλληλα να αποστασιοποιείται από την αρκετά επιφανειακή και υπέρ feel good διάθεση της δεύτερης, προσγειώνεται κάπου ανάμεσα τους. Σκοπός της είναι να ολοκληρώσει την ιστορία που παρακολουθήσαμε 10+ χρόνια πριν, έχοντας ως βασική προτεραιότητα το κύκνειο άσμα του Μάικ. Παράλληλα, θα επιχειρήσει να βρει και το συναισθηματικό του λιμάνι, πράγμα το οποίο δεν δούλεψε στις προηγούμενες δύο ταινίες.

Άκρως διασκεδαστική και πιο απελευθερωμένη από ποτέ, κάνει τα βασικά που απαιτούνται για δύο ώρες "ένοχης" απόλαυσης(;), έχοντας ως κύριο ατού την εντυπωσιακή χημεία ανάμεσα στον συνειδητοποιημένο Τσάνινγκ Τέιτουμ και την υπέρλαμπρη Σάλμα Χάγιεκ.

Για το γλυκόπικρο και πένθιμο Close του Λούκας Ντοντ τα είχαμε πει εδώ, όπου και μπορείτε να ανατρέξετε και έπειτα να επιστρέψετε εδώ για το 1976 της Μανουέλα Μαρτέλι. 

Στην Χιλή της δικτατορίας του Πινοσέτ, η Κάρμεν (Aλίν Κουπενχάιμ) μετακομίζει στο παραλιακό εξοχικό της προκειμένου να επιβλέψει την ανακαίνισή του. Όταν ένας φίλος ιερέας την πείθει να φροντίσει, κρυφά από τους δικούς της, έναν τραυματισμένο νεαρό επαναστάτη (Νίκολας Σεπουλβέδα), η ευκατάστατη αλλά μοναχική γυναίκα αποκτά ένα πρωτόγνωρο για εκείνη κίνητρο για ζωή, ενώ παράλληλα βλέπει την ήσυχη και βολεμένη καθημερινότητά της να ανατρέπεται μέρα με τη μέρα.

Το ολοκληρωτικό καθεστώς, δεν φαίνεται ποτέ άμεσα, αλλά παραμονεύει διαρκώς, δημιουργώντας έτσι μια ασφυκτική ατμόσφαιρα που είναι έτοιμη να εκραγεί από στιγμή σε στιγμή. Ιδιαίτερη σκηνοθετική ματιά της Μανουέλα Μαρτέλι, που κατασκευάζει ένα πέρα για πέρα ρεαλιστικό σύμπαν, δίχως φανφάρες. Αναπαριστά πιστά την εποχή και το ταραχώδες κλίμα παράνοιας που τη συνοδεύει, χτίζοντας μεθοδικά και σταθερά μια απροσδιόριστη αίσθηση απειλής παραμονεύει σε κάθε πλάνο του φιλμ.

Πρόκειται σίγουρα για ένα καλοφτιαγμένο και δουλεμένο πολιτικό θρίλερ, το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο σκηνοθεσίας της Πόλης των Αθηνών στο 28ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας, όπου και το είδαμε για πρώτη φορά.

Η τελευταία Πέμπτη του πιο μικρού μήνα της χρονιάς, έμελλε να παρουσιάσει στο κοινό της χώρας δύο ταινίες που θα αναμετρηθούν για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας σε περίπου 10 ημέρες από τώρα.

Τα Πνεύματα του Ινισέριν του οσκαρικού Μάρτιν ΜακΝτόνα, είναι αδιαμφισβήτητα μια από τις καλύτερες ταινίες της χρόνιας για τον απλούστατο λόγο πως πρόκειται για μια φαινομενικά παλιάς κοπής ιστορία, που κάνει τα πάντα με άκρως πρωτότυπο και φρέσκο τρόπο.

Σε ένα απόμερο νησί της Ιρλανδίας, η ταινία παρακολουθεί τους καρδιακούς φίλους Padraic (Colin Farrell) και Colm (Brendan Gleeson), που βρίσκονται σε αδιέξοδο όταν ο Colm ξαφνικά αποφασίζει να διακόψει τη φιλία τους. Ένας εμβρόντητος Padraic, με τη βοήθεια της αδερφής του της Siobhan (Kerry Condon) και ενός προβληματικού νεαρού, του Dominic (Barry Keoghan), προσπαθεί να αποκαταστήσει τη σχέση, αρνούμενος να αποδεχθεί το «όχι» ως απάντηση. Εντούτοις, οι επανειλημμένες προσπάθειες του Padraic το μόνο που καταφέρνουν είναι να ενισχύσουν την απόφαση του πρώην φίλου του και όταν ο Colm του δίνει ένα απεγνωσμένο τελεσίγραφο, τα γεγονότα κλιμακώνονται τάχιστα με συνταρακτικές συνέπειες. 

Γυρισμένη σ' ένα πανέμορφο μέρος κάπου στην Ιρλανδία, το οποίο όλοι φαίνονται να αγνοούν, εξαιτίας των μικροπρεπειών της κλειστής και μικρής κοινωνίας, περιστρέφεται γύρω από δύο κολλητούς φίλους που λειτουργούν ως τα τέλεια δίπολα. Ο ένας φαντάζει ως ο πιο αθώος και αφελής άνθρωπος του κόσμου, ενώ ο άλλος σαφέστατα συνειδητοποιημένος και απαισιόδοξος. Κάπως έτσι θα οδηγηθούμε στην αναπόφευκτη σύγκρουση που δεν ξέρουμε πότε πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά και πότε όχι. Εμποτισμένη σε μεγάλο βαθμό με πικρόχολο μαύρο χιούμορ, Τα Πνεύματα του Ινισέριν, είναι μια ταινία που πατά στις απλές βάσεις του σεναρίου και των χαρακτήρων της, με αποτέλεσμα να μεταμορφώνεται φυσικότατα σε μια πολυσύνθετη ψυχαγωγική ιστορία.

Αν αναλογιστούμε μάλιστα το κλείσιμο του ματιού στα γεγονότα και τα περιστατικά που απασχολούν τον πλανήτη και τις ζωές μας σήμερα, αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία.

Στον αντίποδα της ταινίας του Μακντόνα βρίσκονται στα μάτια μου οι Γυναικείες Κουβέντες της Σάρα Πόλεϊ. Το θέμα που με απασχολεί εδώ βέβαια είναι πως δεν μπορώ να μιλήσω για μια κακή ταινία, αφού στην ουσία το τελικό συνονθύλευμα που παρακολουθεί ο θεατής δεν θυμίζει σε τίποτα σινεμά.

Το 2010, οι γυναίκες μιας απομονωμένης θρησκευτικής κοινότητας παλεύουν να συμβιβάσουν την πραγματικότητά τους με την πίστη τους. Παρόλο που πολλές διαφωνούν μεταξύ τους σε βασικά πράγματα, πρέπει να αποφασίσουν πώς θα μπορούσαν να προχωρήσουν μαζί, για να χτίσουν έναν καλύτερο κόσμο για τις ίδιες και τα παιδιά τους. 

Βασισμένο στο μυθιστόρημα της Μίριαμ Τόους, το φιλμ προσπαθεί εξαρχής να ξεμπερδέψει με την πολύ δυνατή ιστορία του και να καταπιαστεί άκομψα και βεβιασμένα με τις σημαντικές απόψεις του, οι οποίες δίνονται κατευθείαν στο πιάτο με τον πιο φλατ δυνατό τρόπο. Ο όποιος ρεαλισμός της ταινίας πάει περίπατο, αφού οι αγράμματες γυναίκες, όπως υπερτονίζει η ταινία ξανά και ξανά, εκφράζονται σαν να είναι καθηγήτριες πανεπιστημίου, ενώ ο διδακτισμός δίνει και παίρνει χωρίς σταματημό.

Ακόμα κι αν ξεπερνά την αρχική της αμηχανία, βρίσκοντας έναν κάποιο ρυθμό στην πορεία, οι μοναδικές στιγμές που φαίνεται να αναπνέει η ταινία, αφορούν συμπληρωματικές ιστορίες της πλοκής, ενώ η κουραστική της φωτογραφία (που προφανώς έχει λόγο ύπαρξης) δεν την βοηθά καθόλου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα φιλμ, που δυστυχώς θα προκαλέσει σύγχυση και θα περαστεί για αριστούργημα, εξαιτίας των σημαντικών και πιο πολύ από ποτέ επίκαιρων μηνυμάτων της. Ο τρόπος με τον οποίο τα λέει, όμως, δεν παραπέμπει σ' ένα έργο τέχνης, αλλά σε αυτό μιας διάλεξης, ή στην καλύτερη ενός σεμιναρίου. 

Υπό κανονικές συνθήκες λοιπόν, την ώρα που γράφεται αυτό το κείμενο θα βρισκόμασταν στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης για την ταινία πρεμιέρας του 1ου Φεστιβάλ Ανεξάρτητου Κινηματογράφου της Αθήνας, το No Bears του σπουδαίου Τζαφάρ Παναχί. Λόγω της κήρυξης εθνικού πένθους, το Φεστιβάλ Ανεξάρτητου Κινηματογράφου της Αθήνας αναδιαμόρφωσε το πρόγραμμά του και θα διεξαχθεί σπαστά από τις 4-5 Μαρτίου και από τις 9-12 του ίδιου μήνα, οπότε και θα πάμε τον προγραμματισμό μας μια εβδομάδα προς τα πίσω, αλλά θα σας μεταφέρουμε κανονικά το κλίμα από τις προβολές και τις δράσεις της νεοσύστατης αυτής διοργάνωσης.

Δείτε εδώ πως μπορείτε να κερδίσετε προσκλήσεις για το 1ο Φεστιβάλ Ανεξάρτητου Κινηματογράφου της Αθήνας!


Παράλληλα από σήμερα 2 Μαρτίου ως και την Κυριακή 12 Μαρτίου διεξάγεται το 25ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, που συμμετέχει με τη σειρά του στο εθνικό πένθος ματαιώνοντας την σημερινή τελετή έναρξης, τις εορταστικές εκδηλώσεις και τις συναυλίες που είχαν προγραμματιστεί. Θα πραγματοποιηθούν μόνο οι προβολές των ταινιών και οι εργασίες της Αγοράς.

Εμείς θα έχουμε για εσάς πολλαπλές ανταποκρίσεις από τις φυσικές προβολές των αιθουσών του Φεστιβάλ, αλλά και από τις online μέσω της πλατφόρμας του, καθόλη τη διάρκεια διεξαγωγής του.


Τέλος το αγαπημένο μας Positively Different Short Film Festival έρχεται για 4η χρονιά με εκπλήξεις και ανατροπές στον κινηματογράφο Τριανόν από τις 16 ως και 19 Μαρτίου 2022, έχοντας και φέτος ένα πολυθεματικό πρόγραμμα 37 ταινίες μικρού μήκους από 17 χώρες. Μέχρι τότε όμως, θα τα ξαναπούμε για το 4ο PDSFF πιο σύντομα μέσα από το σάιτ μας!

0 comments