Για ακόμα μια φορά, ο Φατίχ Ακίν στην "άκρη του ουρανού" σκηνοθετεί ένα πολιτικό και κοινωνικό φιλμ με έντονα στοιχεία σχολιασμού και μας χειρίζεται σαν μπαλάκι του τένις ψυχολογικά, συναισθηματικά ακόμα και υπαρξιακά. Μεταξύ Αμβούργου, Βρέμης, Τραπεζούντας και Κωνσταντινούπολης βρισκόμαστε εμείς και οι ήρωες μας, Γερμανοί και Τούρκοι, ντυμένοι υπό ανατολίτικους ήχους να αναζητούν τις χαμένες τους ταυτότητες.
Η ταινία χωρισμένη σε κεφάλαια για να εξυπηρετεί την φιλμική οικονομία αναλύει τους χαρακτήρες και τους «ομαδοποιεί» καταλήγοντας να κάνει εξαιρετικές συνδέσεις μεταξύ τους, χωρίς όμως να συναντηθούν ποτέ. Μπορεί να ήταν στο ίδιο πανεπιστήμιο, να πέρασαν ο ένας δίπλα από τον άλλον και να τους ενώνει ένα αόρατο νήμα που οδηγεί στην ίδια αφετηρία, όμως οι ίδιοι δεν το ξέρουν.
Ο Νετζάτ, Γερμανός πανεπιστημιακός τουρκικής καταγωγής, αναζητά νόημα και πατέρα∙ ο Αλί, ο πατέρας του, παλεύει με τη μοναξιά και το βάρος της μετανάστευσης. Η Γιατέρ, μια ηλικιωμένη πόρνη, συμβολίζει μια γενιά που έμαθε να επιβιώνει στη σιωπή, ενώ η κόρη της, η Άιτεν, μεταφέρει την οργή και το πολιτικό πάθος μιας νέας Τουρκίας που ζητά ελευθερία. Η Λότε και η μητέρα της, Σουζάνε, φέρνουν την ευρωπαϊκή όψη της ίδιας αναζήτησης: τη σύγκρουση ανάμεσα στη συμπάθεια και στον φόβο για τον “άλλο”. Όλοι τους κινούνται γύρω από το ίδιο τραύμα — τη δυσκολία να ανήκεις κάπου χωρίς να χάσεις τον εαυτό σου.
Ο Φατίχ Ακίν έστησε ένα δράμα αγωνίας, χωρίς να πέφτει στην παγίδα του οικογενειακού μελό δράματος, αλλά έχοντας ως πρώτο μέλημα τον στοχασμό πάνω στην ρευστοποίηση των ταυτοτήτων, στους μετανάστες που το 2007 δεν ήταν και το βασικό πρόβλημα της Ε.Ε. Ο Ακίν κινηματογραφεί τη μετανάστευση όχι ως πρόβλημα αλλά ως σύμπτωμα της Ευρώπης — μιας ηπείρου που θέλει να είναι ενωμένη αλλά φοβάται τη διαφορετικότητα που την ορίζει. Οι ήρωες του είναι παιδιά αυτής της αντίφασης: πολίτες του “ενδιάμεσου”, εγκλωβισμένοι ανάμεσα σε δύο πατρίδες, δύο γλώσσες, δύο τρόπους να υπάρξουν.
Ο φακός του Ακίν παρατηρεί με στοργή αλλά και νηφαλιότητα. Δεν δραματοποιεί τη μετανάστευση, την αναλύει ως παγκόσμια συνθήκη της μοντέρνας ταυτότητας: όλοι είμαστε, με κάποιον τρόπο, εκπατρισμένοι. Στην εποχή των κλειστών συνόρων και του ψηφιακού κατακερματισμού, η ταινία μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ. Θυμίζει ότι το πολιτικό δεν βρίσκεται μόνο στις διακηρύξεις αλλά και στις μικρές πράξεις κατανόησης — στο βλέμμα που αναγνωρίζει τον άλλο όχι ως ξένο, αλλά ως συνοδοιπόρο στην άκρη του ουρανού.

.jpg)

0 comments